Σκλήρυνση κατά πλάκας και Εγκυμοσύνη

Η πολλαπλή σκλήρυνση είναι ένα χρόνιο νευρολογικό νόσημα όπου το αυτοάνοσο σύστημα διαταράσσεται και προσβάλλει δομές του κεντρικού νευρικού συστήματος, δηλαδή του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού.
Τα πρώτα συμπτώματα και η διάγνωση της νόσου γίνεται συνήθως στα πρώτα χρόνια της ενήλικης ζωής (ηλικίες 20-30 έτη) και το νόσημα εμφανίζεται πιο συχνά στις γυναίκες από ότι στους άντρες σε αναλογία σχεδόν 3:1.
Επειδή αυτή η ηλικία εμφάνισης των συμπτωμάτων συμπίπτει και με την κρίσιμη αναπαραγωγική ηλικία της γυναίκας είναι πολύ συχνό και κατανοητό να υπάρχουν ανησυχίες από πολλές ασθενείς με διαγνωσμένη νόσο κατά πόσο μπορούν να φέρουν εις πέρας μια υγιή και ασφαλή κύηση.
Τα βασικά ερωτήματα αφορούν την γονιμότητα, την έκβαση της κύησης την ασφάλεια των φαρμάκων που ήδη λαμβάνουν και την δυνατότητα θηλασμού του βρέφους μετά την γέννηση. Παρακάτω θα κάνουμε μια συνοπτική και τεκμηριωμένη ανάλυση αλλά πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι η κάθε ασθενής είναι διαφορετική περίπτωση και πρέπει να μην διστάζει να συζητάει με τον Νευρολόγο της και τον Γυναικολόγο της ότι την απασχολεί.
Πολλαπλή σκλήρυνση και γονιμότητα
Δεν έχει βρεθεί ότι η νόσος επηρεάζει άμεσα την γονιμότητα είτε στις γυναίκες είτε στους άντρες. Όμως μπορεί να υπάρχουν έμμεσες συνέπειες που προκύπτουν από την ψυχολογική κατάσταση του ασθενούς, την πιθανή μειωμένη libido, το αίσθημα χρόνιας κόπωσης καθώς και την έστω και μικρή επίδραση ορισμένων νοσοτροποποιητικών φαρμάκων στην ποιότητα και την ποσότητα ωαρίων και σπερματοζωαρίων.
Ασφάλεια στην περίοδο της εγκυμοσύνης
Τελευταίες μετααναλύσεις συγκλίνουν στο ότι η εγκυμοσύνη δεν επιδεινώνει τη νόσο – αντίθετα, κατά τη διάρκεια της κύησης, και ειδικά στο 2ο και 3ο τρίμηνο, οι υποτροπές μειώνονται. Οι περισσότερες γυναίκες με ΠΣ μπορούν να έχουν φυσιολογική εγκυμοσύνη και τοκετό.
Ακόμα και σε περίπτωση που κάποια υποτροπή συμβεί κατά την διάρκεια της κύησης αυτή μπορεί να αντιμετωπιστεί με ενδοφλέβια κορτιζόνη χωρίς κίνδυνο για την έγκυο ή το βρέφος. Υπάρχει όμως αυξημένος κίνδυνος υποτροπής μετά τον τοκετό (κυρίως στους πρώτους 3-6 μήνες) και για αυτό χρειάζεται στενή παρακολούθηση και ίσως και απεικόνιση καθόλη την διάρκεια της κύησης και τους πρώτους μήνες της λοχείας.
Ασφάλεια νοσοτροποποιητικών φαρμάκων κατά την κύηση και την γαλουχία
Οι γυναίκες με διαγνωσμένη πολλαπλή σκλήρυνση που λαμβάνουν ήδη νοσοτροποποιτικά φάρμακα πρέπει να προγραμματίσουν την κύηση (δηλαδή να λαμβάνουν αντισύλληψη) τουλάχιστον ένα χρόνο πριν από την επιθυμητή εγκυμοσύνη. Και αυτό, γιατί εκτός από την οξική γλατιραμέρη και τις ιντερφερόνες, όλα τα άλλα φάρμακα πρέπει να διακοπούν κάποιους μήνες πριν την σύλληψη ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος για παθολογική έκβαση στην κύηση. Το ιδανικό σενάριο είναι η ασθενής να μην λαμβάνει κανένα νοσοτροποποιητικό φάρμακο καθόλη την διάρκεια της κύησης.
Αυτό όμως εξαρτάται κυρίως από την μορφή της νόσου και την δραστηριότητα της νόσου που διαφέρει σε κάθε ασθενή. Αν η νόσος κρίνεται ιδιαίτερη επιθετική μπορεί σε συνεννόηση με τον Νευρολόγο η ασθενής να αλλάξει φάρμακο λίγο πριν την σύλληψη και κατά την διάρκεια αυτής.
Θηλασμός σε ασθενείς με πολλαπλή σκλήρυνση
Ο θηλασμός σε γυναίκες με πολλαπλή σκλήρυνση (ΠΣ) είναι ένα θέμα που έχει μελετηθεί αρκετά τα τελευταία χρόνια, και οι συστάσεις έχουν εξελιχθεί. Μελέτες καταλήγουν στο ότι ο θηλασμός και ο αποκλειστικός θηλασμός σε μεγαλύτερο βαθμό για τουλάχιστον 2-4 μήνες μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο υποτροπής της νόσου μετά τον τοκετό.
Ορμονικές αλλαγές κατά το θηλασμό (όπως η καταστολή της ωορρηξίας) φαίνεται να έχουν αντιφλεγμονώδη επίδραση. Επειδή όμως το πρώτο τρίμηνο είναι αυξημένος ο κίνδυνος υποτροπών και ειδικά αν η μητέρα έχει υψηλό κίνδυνο υποτροπών, μπορεί να χρειαστεί να ξαναρχίσει θεραπεία άμεσα (κάτι που επηρεάζει το αν θα θηλάσει ή όχι). Από τα νοσοτροποιπιητικά φάρμακα τα μόνα που φαίνεται να περνάνε σε πολύ μικρό βαθμό στο βρεφικό γάλα και είναι ασφαλή είναι η οξική γλατιραμέρη και οι ιντερφερόνες.
Εν κατακλείδι, οι γυναίκες με πολλαπλή σκλήρυνση εφόσον το επιθυμούν να τεκνοποιήσουν δεν πρέπει να διστάζουν να συζητήσουν και να συνεργαστούν στενά με τον Νευρολόγο και τον Γυναικολόγο τους προκειμένου να γίνει σωστός προγραμματισμός έναν χρόνο νωρίτερα.
Ο προγραμματισμός της κύησης γίνεται σε σταθερή φάση της νόσου και εφόσον η σύλληψη είναι επιτυχής, η περίοδος της εγκυμοσύνης θεωρείται περίοδος ευνοικής έκβασης της νόσου. Παραπάνω μέριμνα και προσοχή πρέπει να δίνεται στο πρώτο τρίμηνο κυρίως της λοχείας.
Ευαγγελία Σωτηρίου, Νευρολόγος, Αναπληρώτρια Διευθύντρια Νευρολογικής Κλινικής ΙΑΣΩ Γενική Κλινική