Καρκίνος του μαστού και η τρίτη ηλικία

Αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός πως οι χώρες της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, βρίσκονται αντιμέτωπες με το δημογραφικό πρόβλημα. Παρατηρείται μια σταδιακή μείωση των γεννήσεων, ενώ ταυτόχρονα αυξάνεται το προσδόκιμο ζωής των ανθρώπων.
Ως συνέπεια της αύξησης προσδόκιμου ζωής, τα άτομα τρίτης ηλικίας διαμορφώνουν μια ιδιαίτερη αυξανόμενη πληθυσμιακή ομάδα, η οποία καλείται να αντιμετωπίσει χρόνιες παθήσεις και νεοπλασματικά νοσήματα, που είναι και η πρώτη αιτία θανάτου για τις ηλικίες 65 έως 74 ετών.
Όσον αφορά τον καρκίνο του μαστού αποτελεί τον πρώτο σε συχνότητα καρκίνο και την τρίτη αιτία θανάτου στην γυναίκα, ενώ 1 στις 8 γυναίκες θα αναπτύξει καρκίνο του μαστού. Η μέση ηλικία διάγνωσης είναι τα 61 έτη και η μέση ηλικία θανάτου τα 68 έτη.
Η θεραπευτική αντιμετώπιση των ασθενών της τρίτης ηλικίας που πάσχουν από καρκίνο του μαστού αποτελεί μια πρόκληση για την ιατρική κοινότητα. Αφενός θα πρέπει να αποφευχθεί μια επιθετική θεραπεία που θα επηρεάσει αρνητικά την ποιότητα ζωής τους, αφετέρου δεν θα πρέπει να στερήσουμε στους ασθενείς τρίτης ηλικίας που είναι σε πλήρη λειτουργική φυσική και ψυχική κατάσταση την καθιερωμένη θεραπεία, όπως την λαμβάνουν και οι νεότεροι ασθενείς.
Δεδομένου ότι η πληθυσμιακή ομάδα των ασθενών τρίτης ηλικίας υποεκπροσωπείται στις επιστημονικές κλινικές μελέτες η θεραπευτική αντιμετώπιση χρειάζεται να γίνει πιο εξατομικευμένη. Για τον λόγο αυτό είναι σημαντικό από τη στιγμή της διάγνωσης να γίνεται μια ενδελεχή γηριατρική αξιολόγηση (Comprehensive Geriatric Assessment) των ασθενών προκειμένου να εκτιμηθεί το προσδόκιμο επιβίωσης ανεξάρτητα από τον καρκίνο και τον κίνδυνο επιπλοκών από τη θεραπεία, ώστε να τους δοθεί η κατάλληλη θεραπευτική αγωγή. Στην κλινική πρακτική έχουν καθιερωθεί ειδικά εργαλεία αξιολόγησης γήρανσης - το πιο διαδεδομένο είναι το G8 - τα οποία εξετάζουν την λειτουργική, διανοητική και ψυχική κατάσταση, συνοδά νοσήματα, πολυφαρμακία και κοινωνικοοικονομικούς παραμέτρους των ατόμων τρίτης ηλικίας με σκοπό να τους κατατάξουν στις εξής τρεις μεγάλες κατηγορίες με διαφορετική θεραπευτική αντιμετώπιση: 1) ασθενείς σε πολύ καλή γενική κατάσταση που μπορούν να λάβουν την ίδια θεραπεία όπως και νεότεροι, 2) ασθενείς με ενδιάμεση γενική κατάσταση που μπορούν να λάβουν προσαρμοσμένη θεραπεία και 3) ηλικιωμένοι με σοβαρά επηρεασμένη γενική κατάσταση που θα πρέπει να λάβουν υποστηρικτική αγωγή.
Η χειρουργική προσέγγιση μιας ασθενούς τρίτης ηλικίας με καρκίνο του μαστού που είναι σε πολύ καλή γενική κατάσταση δεν διαφέρει από εκείνη των νεότερων ασθενών. Η ογκεκτομή, η αφαίρεση του όγκου διατηρώντας τον μαστό, είναι η μέθοδος πρώτης επιλογής και μια χειρουργική διαδικασία χαμηλού κινδύνου που στοχεύει την πλήρη ίαση της ασθενούς.
Και ενώ μετά από διατήρηση του μαστού, ακολουθείται η ακτινοθεραπεία, σε εξαιρετικά χαμηλού κινδύνου (low-risk) καρκίνους, όπου οι ασθενείς πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια όπως (η ηλικία τους είναι άνω των 70 ετών, μικροί ορμονοευαίσθητοι όγκοι, λήψη πενταετούς ορμονοθεραπείας), τα αποτελέσματα της CALGB 9343 δείχνουν ότι η ακτινοθεραπεία μπορεί να παραλειφθεί, χωρίς αυτό να επηρεάσει το προσδόκιμο ζωής των ανθρώπων αυτών.
Η μαστεκτομή διεξάγεται είτε λόγω ιατρικών ενδείξεων είτε λόγω επιθυμίας της ασθενούς.
Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι σε ασθενείς τρίτης ηλικίας με ορμονοευαίσθητους, μη επιθετικούς όγκους στον μαστό και προσδόκιμο ζωής κάτω των 5 ετών οι οποίοι δεν είναι κατάλληλοι για χειρουργική επέμβαση, μπορεί να δοθεί μόνο ορμονοθεραπεία.
Η τροποποίηση του χειρουργικού χειρισμού λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των ασθενών της τρίτης ηλικίας αφορά και την θεραπευτική προσέγγιση της μασχάλης. Εδώ η τάση είναι η αποκλιμάκωση της θεραπείας υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Ενώ για την σταδιοποίηση της μασχάλης, ενδείκνυται η βιοψία του φρουρού λεμφαδένα, σε περιπτώσεις ασθενών με όγκους με ευνοϊκά χαρακτηριστικά, δηλαδή ορμονοεξαρτώμενους και χαμηλό προσδόκιμο ζωής μπορεί να παραλειφθεί. Γενικά ο λεμφαδενικός καθαρισμός επιλέγεται σε εξαιρετικές μόνο περιπτώσεις, όταν υπάρχει δηλαδή εκτεταμένη νόσος.
Αναφορικά με την χορήγηση της χημειοθεραπείας, η ηλικία από μόνη της δεν αποτελεί λόγο μη χορήγησης της. Η θεραπευτική απόφαση θα πρέπει να λαμβάνεται βάση της βιολογικής και όχι της χρονολογικής ηλικίας της ασθενούς. Όταν υπάρχει η δυνατότητα επιλογής χημειοθεραπευτικών φαρμάκων, πρέπει να γίνεται με γνώμονα τις συνοσσηρότητες των ασθενών ώστε να αποφευχθούν επιπλέον καρδιακές, αιματολογικές, νεφρικές τοξικότητες.
Εν κατακλείδι, στόχος μας, σε συνεργασία με ογκολόγους και ακτινοθεραπευτές, θα πρέπει να είναι η παροχή ενός εξατομικευμένου θεραπευτικού πλάνου που εξισορροπεί τα οφέλη της θεραπείας, έναντι των κινδύνων τοξικότητας και λαμβάνοντας υπόψιν την κατάσταση υγείας, τις επιθυμίες των ασθενών και την βελτιστοποίηση της ποιότητας ζωής τους.
Σοφία Φιλιππίδου, Dr. med, Μαιευτήρας - Γυναικολόγος, Χειρουργός Μαστού, Γυναικολόγος - Ογκολόγος, Συνεργάτης Β’ Κλινικής Μαστού ΙΑΣΩ