Σύνδρομο άπνοιας στον ύπνο

Σύνδρομο άπνοιας στον ύπνο Δρ. Γεώργιος Ε. Καπότσης, MD, PhD
Πνευμονολόγος-Φυματιολόγος
Επιστημονικά Υπεύθυνος Πνευμονολογικού Τμήματος
ΙΑΣΩ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

 

Ως άπνοια στον ύπνο ορίζεται κάθε διακοπή της αναπνοής στο άτομο που κοιμάται, διάρκειας 10 δευτερολέπτων και άνω, η οποία προκαλεί αφύπνιση και πτώση του κορεσμού της αιμοσφαιρίνης σε οξυγόνο. Για να εμφανισθούν οι κλινικές εκδηλώσεις, συνήθως απαιτούνται πάνω από 15 άπνοιες ανά ώρα ύπνου. Οι άπνοιες στον ύπνο διαχωρίζονται σε κεντρικές, στις οποίες δεν υπάρχει εισπνευστική προσπάθεια και σε αποφρακτικές, στις οποίες η προσπάθεια εισπνοής συνεχίζεται και αυξάνεται όσο διαρκεί η άπνοια. Ενίοτε, στο ίδιο άτομο συνυπάρχουν κεντρικές και αποφρακτικές άπνοιες ή σπανιότερα μία άπνοια μπορεί να ξεκινά ως κεντρική και να συνεχίζεται ως αποφρακτική, οπότε λέγεται μικτή.

Συχνό φαινόμενο,
οι αποφρακτικές άπνοιες

Οι αποφρακτικές άπνοιες στον ύπνο είναι συχνό φαινόμενο στον γενικό πληθυσμό και αυξάνει σε συχνότητα με την αύξηση της ηλικίας. Στις ηλικίες μεταξύ 30-60 ετών εμφανίζεται στο 10-24% των ανδρών και στο 6-9% των γυναικών, ενώ από αυτούς ποσοστό 2-4% παρουσιάζει πρωινή υπνηλία. Χαρακτηριστικό του συνδρόμου είναι ότι οι κλινικές εκδηλώσεις ποικίλλουν ανάλογα με τη χρονιότητα, τον αριθμό και τη βαρύτητα των απνοιών, καθώς και με την ιδιοσυστασία του πάσχοντα. Ο ασθενής παρουσιάζει συνήθως αυξημένο σωματικό βάρος, με αύξηση του λιπώδους ιστού στον τράχηλο και με αναφερόμενο ροχαλητό, που αρχίζει πολλά χρόνια πριν. Κι ενώ το ροχαλητό επιδεινώνεται βαθμιαία, αρχίζουν να εμφανίζονται και οι πρώτες άπνοιες, οι οποίες παρουσιάζονται ως παύσεις του ροχαλητού, διάρκειας λίγων δευτερολέπτων και οι οποίες λύνονται με την απότομη επανέναρξη του ροχαλητού (arousal). Συχνά γίνονται αντιληπτές από τους οικείους των ασθενών και όχι από τους ιδίους. Ο ύπνος είναι συνήθως ανήσυχος, με απότομες κινήσεις του κορμού και των άκρων. Ο ασθενής ξυπνάει με ξηροστομία και κάποιες φορές εμφανίζει πονοκέφαλο και ζάλη. Αισθάνεται συχνά ότι ο ύπνος δεν τον έχει ξεκουράσει και από τις πρώτες πρωϊνές ώρες μπορεί να αισθάνεται υπνηλία. Η υπνηλία, που στα αρχικά στάδια εμφανίζεται σε ελαφρά μορφή, με την πάροδο του χρόνου μπορεί να πάρει δραματικές διαστάσεις και να καταστρέψει την επαγγελματική και κοινωνική ζωή του πάσχοντος. Μπορεί να κοιμηθεί ακόμα και στη διάρκεια της οδήγησης, προξενώντας τροχαία ατυχήματα. Στις βαρύτερες περιπτώσεις, παρουσιάζεται μείωση της μνήμης, της ικανότητας συγκέντρωσης και της παρατηρητικότητας. Τέλος, σύνηθες σύμπτωμα είναι και η συχνουρία, που αναγκάζει τους βαρύτερα πάσχοντες να σηκώνονται αρκετές φορές τη νύχτα και σπανιότερα να έχουν ακούσια απώλεια ούρων, ενώ οι άνδρες μπορεί να παρουσιάσουν μειωμένη σεξουαλική διάθεση και ανικανότητα.

Το Εργαστήριο Μελέτης Ύπνου
του ΙΑΣΩ Θεσσαλίας

Η οριστική διάγνωση του συνδρόμου άπνοιας στον ύπνο γίνεται με την πολυσωματοκαταγραφική μελέτη ύπνου (Polysomnography, PSG), η οποία είναι μια διαγνωστική τεχνική ταυτόχρονης καταγραφής νευροφυσιολογικών, καρδιοαναπνευστικών και άλλων βιολογικών σημάτων καθ’ όλη τη διάρκεια του ύπνου, όπως η ροή του αέρα στη μύτη και στο στόμα, οι κινήσεις του θώρακα και της κοιλιάς, ο κορεσμός της αιμοσφαιρίνης και η θέση του σώματος. Με την ταυτόχρονη καταγραφή αυτών των παραμέτρων επιβεβαιώνεται ή αποκλείεται το σύνδρομο και εκτιμάται η βαρύτητά του. Το Εργαστήριο Μελέτης Ύπνου του ΙΑΣΩ Θεσσαλίας διαθέτει τελευταίας τεχνολογίας καταγραφικό μηχάνημα με 40 κανάλια καταγραφής, συνδεδεμένο με κατάλληλο υπολογιστή επεξεργασίας δεδομένων και δυνατότητα συνεχούς και ασφαλούς καταγραφής για 15 ώρες τουλάχιστον. Η καταγραφή παρακολουθείται συνεχώς από εκπαιδευμένο προσωπικό και το πόρισμα της εξέτασης βασίζεται σε ανάλυση από ειδικευμένο ιατρικό προσωπικό. Το εργαστήριο ύπνου είναι ενσωματωμένο στην πνευμονολογική κλινική του ΙΑΣΩ Θεσσαλίας και έχει επιστημονικά υπεύθυνο ειδικό ιατρό-πνευμονολόγο, δεδομένου ότι η πνευμονολογία είναι η πλησιέστερη ειδικότητα στην πάθηση της υπνικής άπνοιας. Τόσο στην Ελλάδα, όσο και παγκοσμίως, τα εργαστήρια μελέτης ύπνου συνδέονται κυρίως με πνευμονολογικές κλινικές.

Οι επιπτώσεις και η θεραπεία

Αν δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως το σύνδρομο της αποφρακτικής άπνοιας στον ύπνο, συνοδεύεται από αυξημένη νοσηρότητα και θνητότητα, που προέρχονται κυρίως από καρδιαγγειακά συμβάματα και ατυχήματα λόγω της υπνηλίας, δεδομένου ότι η επίπτωση των τροχαίων στους ασθενείς αυτούς είναι τουλάχιστον τριπλάσια σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό. Η απόφαση για τη θεραπεία και η επιλογή της βασίζονται στη βαρύτητα των συμπτωμάτων, στα αποτελέσματα της μελέτης ύπνου, στη συνύπαρξη άλλων παθήσεων και στη διάθεση του ίδιου του ασθενή. Η θεραπεία αρχίζει με συντηρητικά μέτρα, όπως απώλεια βάρους, αποφυγή κατασταλτικών (ηρεμιστικά, υπνωτικά, οινόπνευμα), αποφυγή βαρέων δείπνων πριν από την κατάκλιση και διακοπή καπνίσματος. Αν οι άπνοιες επιδεινώνονται ή εμφανίζονται μόνο στην ύπτια θέση συνιστάται κατάκλιση στην πλάγια θέση. Η εφαρμογή θετικής πίεσης στους αεραγωγούς μέσω συσκευής-αναπνευστήρα που δημιουργεί συνεχή σταθερή πίεση (CPAP) είναι η μέθοδος που εφαρμόζεται επί αποτυχίας των συντηρητικών μέτρων αντιμετώπισης. Η θετική αυτή πίεση μεταβιβάζεται από τη μύτη στον φάρυγγα και τον κρατάει ανοικτό κατά τη διάρκεια του ύπνου. Βασικό μειονέκτημα της μεθόδου είναι η ανάγκη μακροχρόνιας χρήσης, αλλά η υποχώρηση των συμπτωμάτων με την επακόλουθο βελτίωση της ποιότητας της ζωής αποτελεί ισχυρό κίνητρο για να συνεχίζουν οι ασθενείς τη θεραπεία. Τέλος, σε ορισμένες περιπτώσεις, από την εξέταση της ρινός και του φάρυγγα επισημαίνονται κάποιες ανατομικές ανωμαλίες, όπως μεγάλη σκολίωση ρινικού διαφράγματος, υπερμεγέθεις αμυγδαλές, αδενοϊδείς εκβλαστήσεις, οστικές ανωμαλίες κ.ά., οι οποίες έχουν ένδειξη χειρουργικής διόρθωσης.