Όλα όσα πρέπει να γνωρίζετε για το νέο Κοροναϊό

Όλα όσα πρέπει να γνωρίζετε για το νέο Κοροναϊό Δρ. Γεώργιος Ε. Καπότσης, MD, PhD
Πνευμονολόγος - Φυματιολόγος
Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Παν/μίου Αθηνών
Επιστημονικά Υπεύθυνος Πνευμονολογικού Τμήματος ΙΑΣΩ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

Την ώρα που η πορεία της εποχικής γρίπης στη χώρα μας καταγράφεται δυναμική, πλησιάζοντας την κορύφωσή της, με 151 εργαστηριακά επιβεβαιωμένα σοβαρά κρούσματα και 38 θανάτους, δοκιμάζοντας τις αντοχές των ιατρών και την ανοσιακή επάρκεια των ασθενών (η οποία για μια ακόμη χρονιά παρέμεινε πολύ χαμηλότερη της προσδοκώμενης), ραγδαία είναι η αύξηση των κρουσμάτων του νέου κοροναϊού εντός Κίνας, αλλά και η διασπορά του σε άλλες 28 χώρες ανά τον κόσμο. Σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία (10-2-2020), οι ασθενείς που έχουν προσβληθεί από τον κοροναϊό στην κινεζική επικράτεια ξεπερνούν τις 40.000 και οι θάνατοι τους 900, εκ των οποίων οι περισσότεροι (802) στην επαρχία Hubei, εστία της επιδημίας, με πρωτεύουσα την Wuhan, ενώ τουλάχιστον 350 είναι τα επιβεβαιωμένα κρούσματα εκτός Κίνας. Πιστεύεται όμως ότι πολλά άτομα που έχουν μολυνθεί δεν έχουν αναζητήσει ιατρική φροντίδα και επομένως δεν έχουν καταγραφεί ως κρούσματα, με τον πραγματικό τους αριθμό να υπολογίζεται 3 ως 6 φορές μεγαλύτερος από τον επίσημα καταγεγραμμένο. Υπό το φως των δεδομένων αυτών, το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC) θεωρεί ότι ο κίνδυνος νέων εισαγόμενων κρουσμάτων στην Ευρώπη είναι μέτριος έως υψηλός και ως εκ τούτου, δεν θα μπορούσε να αποκλειστεί μια πιθανή διασπορά του ιού και στη χώρα μας.

Η αρχική μετάδοση και η οικογένεια των κοροναϊών

Όλα ξεκίνησαν στην πόλη Wuhan, στα τέλη Δεκεμβρίου 2019, όταν, σύμφωνα με τις Κινεζικές υγειονομικές αρχές, εμφανίστηκε μια επιδημία πνευμονίας, η οποία αποδόθηκε αιτιολογικά σε ένα νέο στέλεχος κοροναϊού (2019-nCoV) και συσχετίστηκε επιδημιολογικά με τηνυπαίθρια αγορά της πόλης, στην οποία γινόταν ευρεία κατανάλωση κοτόπουλων, θαλασσινών, τρωκτικών και άλλων άγριων ζώων. Η αρχική μετάδοση πιστεύεται ότι έγινε στην αγορά αυτή, η οποία έχει κλείσει για να απολυμανθεί και για να αποτραπεί περαιτέρω μετάδοση. Αν και ο ακριβής τρόπος μετάδοσης δεν είναι απολύτως γνωστός, νεότερα επιδημιολογικά δεδομένα δείχνουν μεγάλη γενετική ομοιότητα του ιού με τον αντίστοιχο που μολύνει τον φολιδωτό μυρμηγκοφάγο (manis javanica), η κατανάλωση του οποίου φαίνεται να αποτελεί και την πιο πιθανή πηγή για την αρχική μετάδοση στους ανθρώπους, ενώ η μετάδοση από άνθρωπο σε άνθρωπο εξακολουθεί να παραμένει περιορισμένη. Αυτού του είδους η μετάδοση μπορεί να συμβεί όταν οι άνθρωποι μολύνονται μετά από στενή επαφή με τα σωματικά υγρά του πάσχοντα (με το βήχα, το φτάρνισμα ή τη χειραψία).

Οι κοροναϊοί έχουν πάρει το όνομά τους από τη χαρακτηριστική εμφάνισή τους στο ηλεκτρονικό μικροσκόπιο, όπου διακρίνονται εξογκώματα περιμετρικά των ιικών σωματιδίων σαν στέμμα (corona). Είναι ζωονόσοι, μεταδίδονται δηλαδή τόσο μεταξύ των ζώων όσο και από τα ζώα στους ανθρώπους, τους οποίους και μολύνουν, όπως συνέβη με τον SARS- CoV (2003) και τον MERS- CoV (2012). Αν και οι κοροναϊοί είναι γνωστή ομάδα ιών που ενοχοποιούνται για το 10 με 15% των λοιμώξεων του αναπνευστικού συστήματος, όπως το κοινό κρυολόγημα, ο νέος κοροναϊός είναι ένα στέλεχος της οικογένειας αυτής, που δεν είχε προηγουμένως αναγνωριστεί ως παθογόνο για τον άνθρωπο και δεν φαίνεται να έχει άμεση συγγένεια με κανέναν από τους υπόλοιπους γνωστούς κοροναϊούς. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), νέοι κοροναϊοί εμφανίζονται περιοδικά σε διάφορες περιοχές του πλανήτη κι έχουν την τάση να μεταλλάσσονται, κάτι που σημαίνει ότι ο κίνδυνος που αντιπροσωπεύουν μπορεί να αυξηθεί όσο κυκλοφορούν. Ο χρόνος επώασης κυμαίνεται από 5,2 έως και 14 ημέρες (σε μεμονωμένα περιστατικά), χωρίς να είναι σαφές πότε ένα προσβεβλημένο άτομο γίνεται μεταδοτικό, αφού υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες η μετάδοση έγινε από άτομα που δεν είχαν ακόμη νοσήσει. Στην πλειονότητα όμως των περιπτώσεων, η μετάδοση γίνεται από συμπτωματικά άτομα. Συγκριτικά με τις άλλες δύο επιδημίες κοροναϊών (SARS και MERS), φαίνεται να είναι περισσότερο μολυσματικός, καθώς έχει υπολογιστεί ότι κάθε ασθενής προσβάλλει κατά μέσο όρο 2,68 άτομα, αλλά λιγότερο θανατηφόρος. Παρ΄ όλα αυτά, κάθε φορά που εμφανίζεται ένα νέος παθογόνος ιός στον πληθυσμό πυροδοτεί μια δικαιολογημένη ανησυχία εξαιτίας του γεγονότος ότι οι άνθρωποι δεν έχουν αναπτύξει ειδική ανοσία σε αυτόν και δεν υπάρχουν διαθέσιμα εμβόλια ή συγκεκριμένες θεραπείας.

Συμπτώματα και τρόποι προφύλαξης

Η πλήρης κλινική εικόνα του ιού δεν είναι ακόμη γνωστή κι ενδέχεται να αλλάξει όταν θα είναι διαθέσιμες περισσότερες πληροφορίες, δεδομένου ότι τα αναφερόμενα συμπτώματα και σημεία της νόσου βασίζονται στη μελέτη περιορισμένου αριθμού κρουσμάτων. Με βάση την υπάρχουσα κλινική εμπειρία, ο ιός προκαλεί ήπια συμπτωματολογία γριπώδους συνδρομής (χαμηλό πυρετό, καταρροή, κόπωση, μυαλγίες, κεφαλαλγία και διάρροια), η οποία όμως μπορεί να εξελιχθεί δυνητικά σε σοβαρή λοίμωξη του αναπνευστικού με υψηλό πυρετό, βήχα παραγωγικό και δύσπνοια, με ανάγκη περαιτέρω νοσηλείας σε ΜΕΘ (σοβαρή πνευμονία, σύνδρομο Οξείας Αναπνευστικής Δυσχέρειας, σηψαιμία και σηπτικό shock), ενώ θανατηφόρο κατάληξη αναφέρεται για το 2-3% των εργαστηριακά επιβεβαιωμένων κρουσμάτων. Όπως και στην περίπτωση της εποχικής γρίπης, οι ηλικιωμένοι και όσοι πάσχουν από χρόνια υποκείμενα νοσήματα (καρδιαγγειακά, αναπνευστικά, νεφρολογικά και ηπατικά, αρτηριακή υπέρταση, σακχαρώδη διαβήτη) φαίνεται να είναι πιο επιρρεπείς σε σοβαρές επιπλοκές. Στις περισσότερες περιπτώσεις τα συμπτώματα εξαφανίζονται από μόνα τους, ενώ η αντιμετώπιση αποσκοπεί κυρίως στην υποστηρικτική αγωγή των κρουσμάτων (ύπνος, ανάπαυση, άφθονη κατανάλωση υγρών), αφού δεν υπάρχει ειδική θεραπεία που να είναι αποτελεσματική για τη νόσο. Επιπλέον, μέχρι τώρα δεν έχει αναπτυχθεί εμβόλιο για τον νέο κοροναϊό, ενώ ερευνώνται κάποια αντιικά φάρμακα στο πλαίσιο κλινικών μελετών, με βάση προηγούμενη εμπειρία με τους ιούς SARS και MERS. Η προφύλαξη έγκειται κυρίως στην αποφυγή της στενής επαφής με άτομο που παρουσιάζει τα συμπτώματα της νόσου και έχει πρόσφατα ταξιδέψει σε περιοχή υψηλού κινδύνου. Συνιστάται επίσης η εφαρμογή βασικών μέτρων προστασίας, όπως η κάλυψη της μύτης και του στόματος κατά τη διάρκεια του βήχα ή του φταρνίσματος με χαρτομάντιλο, η εφαρμογή υγιεινής των χεριών μετά από την επαφή με αναπνευστικές εκκρίσεις (να μην αγγίζει κανείς τα μάτια, τη μύτη και το στόμα του και να πλένει συχνά τα χέρια του με σαπούνι για τουλάχιστον 20 δευτερόλεπτα) και η χρήση απλής χειρουργικής μάσκας. Στην περίπτωση που κάποιος νοσήσει, τότε θα πρέπει να παραμείνει στο σπίτι του και να αποφεύγει την επαφή με άλλα άτομα, να καλύπτει το στόμα και τη μύτη όταν βήχει ή φταρνίζεται και να απολυμαίνει τα αντικείμενα και τις επιφάνειες που αγγίζει.